Το τελευταίο διάστημα τίθεται στο προσκήνιο το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης και της μετακύλησης του κόστους σπουδών από το κράτος (ως συλλογικού φορέα των αφεντικών) στους ίδιους τους φοιτητές. Ο αναβρασμός που επικρατεί συγκροτείται από δύο αιχμές: από την επικείμενη ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της κοινοτικής οδηγίας 36/2005 με την οποία αναγνωρίζονται (τυπικά) τα επαγγελματικά δικαιώματα των πτυχιούχων που έχουν σπουδάσει σε κολέγια συνεργαζόμενα με ξένα πανεπιστήμια και από το προεδρικό διάταγμα 2226/07 (ως απόρροια της ψήφισης του νέου νόμου για τα πανεπιστήμια) με το οποίο καθιερώνεται λίστα συγγραμμάτων περιορίζοντας την παροχή δωρεάν βιβλίων. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΕ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΘΜΟ ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙ ΠΛΗΡΩΜΗ.
Το άγχος της κοινωνικής ανόδου, οι προσδοκίες της επαγγελματικής – οικονομικής αποκατάστασης, η πίεση της οικογένειας και ο ανταγωνισμός των εξετάσεων ωθούν τους μαθητές σε ιδιωτικά σχολεία, σε χιλιάδες φροντιστήρια, κέντρα ξένων γλωσσών και Η/Υ καθώς και σε αγορές μιας ευρείας γκάμας εξωσχολικών βοηθημάτων (ένα οικονομικό αλισβερίσι πολλών εκατομμυρίων) που θα τους ντοπάρουν στην κούρσα για τα ΑΕΙ – ΤΕΙ. Φυσικά, για όσους δεν καταφέρουν να αποκτήσουν το πολυπόθητο εισιτήριο για «μια θέση στον ήλιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» υπάρχει ο «καιάδας» της αγοράς εργασίας, της ανεργίας, του στρατού και των ΚΕΣ. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια υπάρχουν, λοιπόν, και πριν την οδηγία της ΕΕ για εξίσωση των πτυχίων και σ’ αυτά στρέφονται όσοι δεν κατάφεραν να περάσουν στα ΑΕΙ – ΤΕΙ γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή.
ΠΟΛΛΟΙ ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΙ – ΜΙΚΡΗ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΤΥΧΙΩΝ – ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟΣ ( ή αλλιώς οι «ξένοι απόφοιτοι» των ΚΕΣ μας παίρνουν τις δουλειές)
Ο ντόρος που γίνεται για την αξία των πτυχίων στην αγορά εργασίας και ο φόβος για την υποτίμησή τους δεν ξεκίνησε με την οδηγία της ΕΕ. Η δίψα για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων, η δημιουργία νέων επαγγελμάτων, η άκρατη εξειδίκευση και οι πιέσεις για τόνωση των τοπικών αγορών οδήγησε σε αυτό που θα ονομάζαμε τα προηγούμενα χρόνια μαζικό πανεπιστήμιο. Κάθε πόλη και ΑΕΙ, κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ θα ήταν το μότο του καπιταλισμού για την ικανοποίηση της γενικής θέλησης απόκτησης πτυχίων. Και ενώ παλιά βλέπαμε όλους (ή σχεδόν όλους) τους απόφοιτους να απορροφούνται στις ανώτερες ή μεσαίες κοινωνικές θέσεις που τους ικανοποιούσε ο (κατανεμητικός) καταμερισμός εργασίας, τα τελευταία χρόνια η κατάσταση άλλαξε άρδην. Το πανεπιστήμιο πλέον έχει γεμίσει με αρκετούς φοιτητές που δεν μπορεί να απορροφήσει η αγορά εργασίας. Υπάρχουν πολλά πτυχία με λίγες θέσεις εργασίας. Το πανεπιστήμιο έχει μετατραπεί σε ένα πάρκινγκ μελλοντικών ανέργων που αγωνιούν για την τύχη τους. Η εκάστοτε κυβέρνηση προσπαθεί πλέον να περιορίσει τους πτυχιούχους καθιερώνοντας βάση εισαγωγής το 10 και περιορίζοντας με το νέο νόμο – πλαίσιο το χρόνο φοίτησης μέσω των διαγραφών.
Ένα μέρος των φοιτητών γκρινιάζει και αισθάνεται ανασφάλεια. Οι ελπίδες οικονομικής αποκατάστασης, ταξικής ανόδου ή διατήρησης είναι πλέον φρούδες. Οι δοκιμασίες (εξετάσεις), ο ανταγωνισμός, το γλείψιμο που θα εξασφαλίσει μια πολυπόθητη θέση στο δημόσιο δεν βρίσκουν πλέον αντίκρισμα. Τα επαγγέλματα που προσέφεραν ένα επίπεδο εξασφάλισης και ευημερίας έχουν πλέον κορεστεί. Η μονιμότητα και οι οικονομικές απολαβές έχουν συρρικνωθεί στο ελάχιστο για λίγους και εκλεκτούς. Και ενώ το κεφάλαιο περνάει νομοσχέδια που δυσχεραίνουν τις εργασιακές σχέσεις, μια μερίδα φοιτητών δεν διακρίνει σ’ αυτό, ως βασικό φορέα αναπαραγωγής ανισοτήτων και εκμετάλλευσης τον εχθρό αλλά βλέπει τους εχθρούς στα πρόσωπα των συμφοιτητών της. Είτε αυτοί βρίσκονται στα ΤΕΙ, είτε βρίσκονται στα ΚΕΣ.
Δεν ξεχνάμε τα φαινόμενα κοινωνικού αυτοματισμού που εκφράστηκαν στο παρελθόν και συνεχίζονται ακόμη. Δεν ξεχνάμε την εχθρότητα των αποφοίτων ΑΕΙ ενάντια στους «τιποτένιους» απόφοιτους ΤΕΙ που είχε ως στόχο τη μη «αναβάθμιση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των ΤΕΙ». Δεν ξεχνάμε τις κινητοποιήσεις των φοιτητών ΤΕΙ Η/Υ ενάντια στους φοιτητές ΤΕΙ αυτοματισμού για το ζήτημα της εξίσωσης των πτυχίων τους. Είναι η ίδια συνθήκη που επαναλαμβάνεται ενάντια στους φοιτητές των ΚΕΣ.
Δεν ανεχόμαστε την ιδεολογική διασπορά του καπιταλισμού που διαχωρίζει τους μαθητευόμενους σε επιτυχημένους – αποτυχημένους και σε ειδικευμένους – ανειδίκευτους, διασπώντας την ενότητα στο εσωτερικό τους με όπλο τον ατομικό και συλλογικό ανταγωνισμό μεταξύ τους. Να τελειώνουμε με την τάξη των ιδιωτών – ανταγωνιστών που αγωνιούν για την αβέβαιη εξασφάλισή τους. Να τελειώνουμε με το πανεπιστήμιο που σχεδιάζει και τεκμηριώνει τις επιλογές του κράτους και του κεφαλαίου. Η οργή μας να στραφεί από κοινού και αυτοοργανωμένα ενάντια στο καθεστώς που αλλοτριώνει και παράγει υπεραξία καταστρέφοντας τη φύση και τους ανθρώπους, για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση.
ΣΥΡΡΙΚΝΩΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ – ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΒΙΒΛΙΩΝ – ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΕΝΗ ΓΝΩΣΗ
Είναι γνωστό πως οι κοινωνικές παροχές ελαττώνονται χρόνο με το χρόνο. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μετακύληση του κόστους σπουδών από το κράτος στους ίδιους τους φοιτητές διευρύνοντας την ένταση της εκμετάλλευσης και της πειθάρχησης. Μέχρι πρόσφατα το κράτος δεν παρείχε δωρεάν βιβλία στους μεταπτυχιακούς φοιτητές καθώς και στους προπτυχιακούς φοιτητές που είχαν ξεπεράσει τα ν+2 χρόνια φοίτησης. Με το νέο νόμο – πλαίσιο και την καθιέρωση της λίστας συγγραμμάτων πλήττονται και τα έστω στοιχειώδη κεκτημένα των φοιτητών αφού κάθε φοιτητής θα δικαιούται μέσα από μια λίστα ένα και μοναδικό βιβλίο δωρεάν. Βιβλία θα παίρνει μόνο για όσα μαθήματα είναι απαραίτητα για τη λήψη πτυχίου. Αν κάποιος φοιτητής δεν έχει περάσει κάποιο μάθημα και αλλάξει το πρόγραμμα πλέον δεν θα δικαιούται δωρεάν το νέο βιβλίο. Επιπλέον, δεν θα δίνονται δωρεάν βιβλία σε φοιτητές που δηλώνουν επιπλέον μαθήματα επιλογής. Στα προαναφερθέντα μέτρα προστίθεται και η υποβάθμιση των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών μέσω της υποχρηματοδότησής τους.
Ωστόσο εδώ ανοίγονται και άλλα ζητήματα που αφορούν τη χρήση των βιβλίων και την απεύθυνσή τους. Βλέπουμε πως η γνώση – μάθηση είναι μια διαχωρισμένη σφαίρα που αφορά αποκλειστικά την πανεπιστημιακή κοινότητα αφού ο δανεισμός μέσω της δανειστικής βιβλιοθήκης αφορά μόνο τα μέλη της. Οι καθηγητές για να τα κονομήσουν εκδίδουν βιβλία αφού πρώτα ιδιοποιούνται τη γνώση που παράγουν οι φοιτητές μέσω των εργασιών τους. Οι φοιτητές, δηλαδή, με την άμισθη εργασία τους παράγουν υπεραξία για τους καθηγητές με αντάλλαγμα την πρόσθετη βαθμολογία και την ευνοϊκή μεταχείριση. Ταυτόχρονα, τα πανεπιστημιακά συγγράμματα αποδίδουν πιο πολλά κέρδη στους καθηγητές καθώς κάποια από αυτά βγαίνουν στην αγορά από τους εκδότες μόνο και μόνο επειδή δηλώνονται πανεπιστημιακά που εξασφαλίζουν την ανάλογη σταθερή πελατεία. Και επειδή τα βιβλία χρησιμοποιούνται εργαλειακά για τον έλεγχο της απόδοσης των φοιτητών, καθιστώντας τις εξετάσεις αυτοσκοπό της μάθησης, το ζητούμενο είναι να μπλοκάρουμε τις περικοπές παροχής των δωρεάν βιβλίων, να οργανώσουμε συλλογικές δράσεις επανοικειοποίησης της γνώσης, ανατρέποντας τους ήδη υπάρχοντες διαχωρισμούς μεταξύ καθηγητών – φοιτητών. Για την ανατροπή του καπιταλισμού και την απελευθέρωση της γνώσης.