Τι είναι, λοιπόν, αυτός ο συρφετός που από τη μια διδάσκει στα αμφιθέατρα κι από την άλλη διατυμπανίζει την αλήθεια του στα τηλεοπτικά παράθυρα; Τι είναι όλοι αυτοί που στελεχώνουν τα εγχώρια think tank και γεμίζουν τις γκαλερί υψηλής τέχνης; Αυτοί που υπογράφουν κείμενα πιο συχνά από όσο πάνε στην τουαλέτα; Όλες αυτές οι πληρωμένες πένες που εκφράζονται κατά παραγγελία του εκάστοτε αφεντικού τους; Τι είναι όλοι αυτοί οι κονδυλοφόροι που συνέχεια γράφουν και δεν λένε ποτέ τίποτα; Εν τέλει, τι σκατά είναι αυτός ο κόσμος της διανόησης;
Σημασία δεν έχει να αντιληφθούμε τη διανόηση μέσα από κάποιο θεαματικό φίλτρο αλλά να δούμε τι έχει αποτελέσει ιστορικά και ποια είναι η λειτουργία της στο παρόν. Να δούμε, δηλαδή, τι θέση έχει η διανόηση μέσα στον κοινωνικό – ταξικό ανταγωνισμό.
Είναι γεγονός ότι στο παρελθόν η διανόηση είχε συνδεθεί με τα ανταγωνιστικά κινήματα. Αλλά τις περισσότερες φορές αυτή η σύνδεση ήταν στη βάση ένος διαχωρισμού στον οποίο είχε στηριχτεί ολόκληρη η αριστερή κουλτούρα, στο διαχωρισμό από τη μια των εργατών και όσων έκαναν έναν αγώνα και από την άλλη των διανοούμενων που θα δημιουργούσαν το θεωρητικό και ιδεολογικό πλαίσιο του αγώνα και θα έθεταν το στόχο του.
Αλλά στο τώρα; Μετά από δεκαετίες κινηματικής ακινησίας τι έκανε η διανόηση; Όταν έπαψαν να βγαίνουν μπροστά αυτοί που θα άλλαζαν τον κόσμο, τι έκαναν αυτοί που δουλειά τους ήταν να λένε πώς πρέπει να αλλάξει ο κόσμος; Και εν τέλει όταν σήμερα εκφράζονται – έστω και μειοψηφικά – οι ταξικές αντιστάσεις και κομμάτια των καταπιεσμένων εκφράζουν συλλογικά τις αρνήσεις τους, πώς πράττει ο λαμπερός κόσμος της διανόησης;
Το διάστημα των τελευταίων δύο χρόνων η εγχώρια διανόηση έδωσε χαρακτηριστικά δείγματα γραφής. Από τις εκκλήσεις για επιστροφή στην ομαλότητα των θεσμών κατά την εξέγερση του Δεκέμβρη μέχρι τις υπογραφές υποστήριξης του αφεντικού των εκδόσεων Άγρα όταν εργαζόμενοι και αλληλέγγυοι υποστήριζαν τον απολυμένο συνάδελφό τους. Από τις μπούρδες σε εκπομπή της Δρούζα για «τις ξένες που κλέβουν τους άντρες μας» μέχρι τη συμμετοχή στην επιτροπή για την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού και την συνεργασία με την Ευπ. Ο κόσμος της διανόησης έκανε δηλώσεις νομιμοφροσύνης και κοίταξε να καβατζάρει την πάρτη του. Βέβαια, υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν τις όποιες «αγωνιστικές κινητοποιήσεις», αρκεί αυτές να έχουν τη θεσμική διαμεσολάβηση και πάντα από τη θέση ασφάλειας του «διανοούμενου – υποστηρικτή» (πολλές φορές οι διανοούμενοι της πρώτης περίπτωσης ταυτίζονται μ’ αυτούς της δεύτερης).
Και ένα πιο πρόσφατο και κοντινό παράδειγμα: τον περασμένο απρίλη, σύντροφοι και συντρόφισσες που δρούμε καθημερινά στο πάντειο, μαζί με αλληλέγγυους συντρόφους από άλλες σχολές, επιλέξαμε να γιαουρτώσουμε τον καθηγητή Γ. Παπαμιχαήλ μέσα στο μάθημά του ως μια ελάχιστη εκδήλωση αποστροφής για κάθε ρατσιστή που προτρέπει δημόσια σε ρατσιστική συμπεριφορά. Ο εν λόγω καθηγητής μαζί με τον Ν. Σαρρή και άλλους διανοούμενους του πατριωτικού χώρου (sic) υπέγραψαν ένα κείμενο της εθνικιστικής επιτροπής πεαελ που καλούσε «τον ελληνικό λαό σε αγώνα κατά της λαθρομετανάστευσης» και έθετε ως πρότυπο την φασιστο-επιτροπή του αγ. Παντελεήμονα, που οι τραμπούκοι του λαος τσακώνονταν με τους μαχαιροβγάλτες της χρυσή αυγής για το ποιος θα κάνει καλύτερα την «εθνοκάθαρση». Μάλιστα αυτό το κείμενο δημοσιεύτηκε την χρονική στιγμή που το πογκρόμ στον αγ. Παντελεήμονα έπαιρνε τη μορφή καθημερινών ξυλοδαρμών και μαχαιρωμάτων περαστικών μεταναστών (χωρίς να σημαίνει ότι τα πράγματα τώρα είναι καλύτερα), ενώ αναρτήθηκε σε μια πληθώρα φασιστικών ιστοτόπων δίνοντάς τους χρήσιμο κοινωνικο έδαφος για να συνεχίσουν.
Και απέναντι σε αυτό το γεγονός πώς αντέδρασαν οι ακαδημαϊκοί της παντείου; Όλοι αυτοί που συμμετέχουν σε αριστερές παρατάξεις και καμώνονται τους αντιρατσιστές και τους ανθρωπιστές; Όλοι αυτοί που θεωρούν ότι η ακαδημαϊκή τους θέση αποτελεί το αυταπόδεικτο της «δημοκρατικότητας» και της «προοδευτικότητάς» τους; Αυτοί που κατά καιρούς γράφουν στις αστικές φυλλάδες ενάντια στην καταστολή και για τα ανθρώπινα δικαιώματα;
Όσοι δεν τήρησαν την (ένοχη) σιωπή τους επέλεξαν να πάρουν θέση δημόσια υπέρ του συνάδελφού τους. Προσπερνώντας με βλακώδη (αν όχι ύποπτη) ευκολία τα λόγια και τις πράξεις των συναδέλφων τους, καταδίκασαν (sic) το γιαούρτωμα και ψέλισαν κάτι ασυναρτησίες για παρεμπόδιση της «ελευθερίας διακίνησης ιδεών», έτσι απλά. Όμως για μας αυτή είναι επιτακτική, ειδικά όταν πρόκειται για προπαγάνδιση εθνικιστικών – ρατσιστικών ιδεών και πρακτικών.
Πάντως, είναι αξιοπρόσεκτη η ευκολία που οι ακαδημαϊκοί γεφυρώνουν ή προσπερνούν τις πολιτικές και ιδεολογικές αντιθέσεις τους όταν θίγεται αυτή ακριβώς η ιδιότητά τους ως διανοουμένων. Αυτό δείχνει πώς αξιολογούν οι ίδιοι τις ιδέες που παράγουν μαζικά αλλά και πόσο πιο ψηλά ιεραρχούν (σε σχέση με τις ιδέες τους) το κοινωνικό κύρος που αντλούν από το γεγονός και μόνο ότι παράγουν «ιδέες». Οι διανοούμενοι όταν δεν τάσσονται επίσημα και δημόσια με την πλευρά της κυριαρχίας (όπως όταν στελεχώνουν think tanks, διδάσκουν στο στρατό και την αστυνομία, απαρτίζουν τα συμβούλια των φυλακών, συμβουλεύουν πολιτικούς και επιχειρηματίες, προτείνουν νόμους κλπ), το μόνο που κάνουν είναι να παράγουν τη διαχωρισμένη σκέψη.
Tασσόμαστε ενάντια σε κάθε πεφωτισμένη πρωτοπορία. Παίρνουμε σαφή θέση στον κοινωνικό ανταγωνισμό με σκοπό την κοινωνική απελευθέρωση. Με την κινηματική μνήμη ως τη συσσωρευμένη εμπειρία των καταπιεσμένων και των αγωνιζόμενων και τη ανάλυση του παρόντος προσδιορίζουμε τις συνθήκες εκμετάλλευσης και οργανώνουμε τη δράση μας για την καταστροφή τους.
Τι είναι, λοιπόν, αυτός ο συρφετός που από τη μια διδάσκει στα αμφιθέατρα κι από την άλλη διατυμπανίζει την αλήθεια του στα τηλεοπτικά παράθυρα; Τι είναι όλοι αυτοί που στελεχώνουν τα εγχώρια think tank και γεμίζουν τις γκαλερί υψηλής τέχνης; Αυτοί που υπογράφουν κείμενα πιο συχνά από όσο πάνε στην τουαλέτα; Όλες αυτές οι πληρωμένες πένες που εκφράζονται κατά παραγγελία του εκάστοτε αφεντικού τους; Τι είναι όλοι αυτοί οι κονδυλοφόροι που συνέχεια γράφουν και δεν λένε ποτέ τίποτα; Εν τέλει, τι σκατά είναι αυτός ο κόσμος της διανόησης;
Σημασία δεν έχει να αντιληφθούμε τη διανόηση μέσα από κάποιο θεαματικό φίλτρο αλλά να δούμε τι έχει αποτελέσει ιστορικά και ποια είναι η λειτουργία της στο παρόν. Να δούμε, δηλαδή, τι θέση έχει η διανόηση μέσα στον κοινωνικό – ταξικό ανταγωνισμό.
Είναι γεγονός ότι στο παρελθόν η διανόηση είχε συνδεθεί με τα ανταγωνιστικά κινήματα. Αλλά τις περισσότερες φορές αυτή η σύνδεση ήταν στη βάση ένος διαχωρισμού στον οποίο είχε στηριχτεί ολόκληρη η αριστερή κουλτούρα, στο διαχωρισμό από τη μια των εργατών και όσων έκαναν έναν αγώνα και από την άλλη των διανοούμενων που θα δημιουργούσαν το θεωρητικό και ιδεολογικό πλαίσιο του αγώνα και θα έθεταν το στόχο του.
Αλλά στο τώρα; Μετά από δεκαετίες κινηματικής ακινησίας τι έκανε η διανόηση; Όταν έπαψαν να βγαίνουν μπροστά αυτοί που θα άλλαζαν τον κόσμο, τι έκαναν αυτοί που δουλειά τους ήταν να λένε πώς πρέπει να αλλάξει ο κόσμος; Και εν τέλει όταν σήμερα εκφράζονται – έστω και μειοψηφικά – οι ταξικές αντιστάσεις και κομμάτια των καταπιεσμένων εκφράζουν συλλογικά τις αρνήσεις τους, πώς πράττει ο λαμπερός κόσμος της διανόησης;
Το διάστημα των τελευταίων δύο χρόνων η εγχώρια διανόηση έδωσε χαρακτηριστικά δείγματα γραφής. Από τις εκκλήσεις για επιστροφή στην ομαλότητα των θεσμών κατά την εξέγερση του Δεκέμβρη μέχρι τις υπογραφές υποστήριξης του αφεντικού των εκδόσεων Άγρα όταν εργαζόμενοι και αλληλέγγυοι υποστήριζαν τον απολυμένο συνάδελφό τους. Από τις μπούρδες σε εκπομπή της Δρούζα για «τις ξένες που κλέβουν τους άντρες μας» μέχρι τη συμμετοχή στην επιτροπή για την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού και την συνεργασία με την Ευπ. Ο κόσμος της διανόησης έκανε δηλώσεις νομιμοφροσύνης και κοίταξε να καβατζάρει την πάρτη του. Βέβαια, υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν τις όποιες «αγωνιστικές κινητοποιήσεις», αρκεί αυτές να έχουν τη θεσμική διαμεσολάβηση και πάντα από τη θέση ασφάλειας του «διανοούμενου – υποστηρικτή» (πολλές φορές οι διανοούμενοι της πρώτης περίπτωσης ταυτίζονται μ’ αυτούς της δεύτερης).
Και ένα πιο πρόσφατο και κοντινό παράδειγμα: τον περασμένο απρίλη, σύντροφοι και συντρόφισσες που δρούμε καθημερινά στο πάντειο, μαζί με αλληλέγγυους συντρόφους από άλλες σχολές, επιλέξαμε να γιαουρτώσουμε τον καθηγητή Γ. Παπαμιχαήλ μέσα στο μάθημά του ως μια ελάχιστη εκδήλωση αποστροφής για κάθε ρατσιστή που προτρέπει δημόσια σε ρατσιστική συμπεριφορά. Ο εν λόγω καθηγητής μαζί με τον Ν. Σαρρή και άλλους διανοούμενους του πατριωτικού χώρου (sic) υπέγραψαν ένα κείμενο της εθνικιστικής επιτροπής πεαελ που καλούσε «τον ελληνικό λαό σε αγώνα κατά της λαθρομετανάστευσης» και έθετε ως πρότυπο την φασιστο-επιτροπή του αγ. Παντελεήμονα, που οι τραμπούκοι του λαος τσακώνονταν με τους μαχαιροβγάλτες της χρυσή αυγής για το ποιος θα κάνει καλύτερα την «εθνοκάθαρση». Μάλιστα αυτό το κείμενο δημοσιεύτηκε την χρονική στιγμή που το πογκρόμ στον αγ. Παντελεήμονα έπαιρνε τη μορφή καθημερινών ξυλοδαρμών και μαχαιρωμάτων περαστικών μεταναστών (χωρίς να σημαίνει ότι τα πράγματα τώρα είναι καλύτερα), ενώ αναρτήθηκε σε μια πληθώρα φασιστικών ιστοτόπων δίνοντάς τους χρήσιμο κοινωνικο έδαφος για να συνεχίσουν.
Και απέναντι σε αυτό το γεγονός πώς αντέδρασαν οι ακαδημαϊκοί της παντείου; Όλοι αυτοί που συμμετέχουν σε αριστερές παρατάξεις και καμώνονται τους αντιρατσιστές και τους ανθρωπιστές; Όλοι αυτοί που θεωρούν ότι η ακαδημαϊκή τους θέση αποτελεί το αυταπόδεικτο της «δημοκρατικότητας» και της «προοδευτικότητάς» τους; Αυτοί που κατά καιρούς γράφουν στις αστικές φυλλάδες ενάντια στην καταστολή και για τα ανθρώπινα δικαιώματα;
Όσοι δεν τήρησαν την (ένοχη) σιωπή τους επέλεξαν να πάρουν θέση δημόσια υπέρ του συνάδελφού τους. Προσπερνώντας με βλακώδη (αν όχι ύποπτη) ευκολία τα λόγια και τις πράξεις των συναδέλφων τους, καταδίκασαν (sic) το γιαούρτωμα και ψέλισαν κάτι ασυναρτησίες για παρεμπόδιση της «ελευθερίας διακίνησης ιδεών», έτσι απλά. Όμως για μας αυτή είναι επιτακτική, ειδικά όταν πρόκειται για προπαγάνδιση εθνικιστικών – ρατσιστικών ιδεών και πρακτικών.
Πάντως, είναι αξιοπρόσεκτη η ευκολία που οι ακαδημαϊκοί γεφυρώνουν ή προσπερνούν τις πολιτικές και ιδεολογικές αντιθέσεις τους όταν θίγεται αυτή ακριβώς η ιδιότητά τους ως διανοουμένων. Αυτό δείχνει πώς αξιολογούν οι ίδιοι τις ιδέες που παράγουν μαζικά αλλά και πόσο πιο ψηλά ιεραρχούν (σε σχέση με τις ιδέες τους) το κοινωνικό κύρος που αντλούν από το γεγονός και μόνο ότι παράγουν «ιδέες». Οι διανοούμενοι όταν δεν τάσσονται επίσημα και δημόσια με την πλευρά της κυριαρχίας (όπως όταν στελεχώνουν think tanks, διδάσκουν στο στρατό και την αστυνομία, απαρτίζουν τα συμβούλια των φυλακών, συμβουλεύουν πολιτικούς και επιχειρηματίες, προτείνουν νόμους κλπ), το μόνο που κάνουν είναι να παράγουν τη διαχωρισμένη σκέψη.
Tασσόμαστε ενάντια σε κάθε πεφωτισμένη πρωτοπορία. Παίρνουμε σαφή θέση στον κοινωνικό ανταγωνισμό με σκοπό την κοινωνική απελευθέρωση. Με την κινηματική μνήμη ως τη συσσωρευμένη εμπειρία των καταπιεσμένων και των αγωνιζόμενων και τη ανάλυση του παρόντος προσδιορίζουμε τις συνθήκες εκμετάλλευσης και οργανώνουμε τη δράση μας για την καταστροφή τους.