για την επίθεση φασιστών σε συντρόφους του αντιεξουσιαστικού Στεκιού Παντείου κατά τη διάρκεια σφισοκόλλησης στο Κουκάκι

 

Ούτε στο Κουκάκι, ούτε πουθενά

 

Την Πέμπτη 14 Ιανουαρίου ομάδα συντρόφων από το αντιεξουσιαστικό στέκι παντείου έκανε αφισοκόλληση στην περιοχή του Κουκακίου σχετικά με την υπόθεση των 5 συντρόφων που συνελήφθησαν τον περασμένο Ιούνη σε αντιρατσιστική πορεία και οι οποίοι δικάζονται στις 20 Γενάρη. Πάνω στη Δημητρακοπούλου, λίγο μετά τον πεζόδρομο Γ.Ολυμπίου, 4 φασίστες κρατώντας μαχαίρια πλησίασαν τους συντρόφους , βρίζοντάς τους και στη συνέχεια προσπάθησαν να τους μαχαιρώσουν. Οι σύντροφοι αποχωρούν και τα φασιστοειδή τους ακολουθούν μέχρι κάποια απόσταση χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να τους επαναπροσεγγίσουν και να τους τραυματίσουν. Το γεγονός αυτό εκτυλίχτηκε μπροστά σε πολύ κόσμο, ο οποίος και δεν αντέδρασε.

Δεν είναι η πρώτη φορά που φασιστοειδή εμφανίζονται στο Κουκάκι. Κάποιοι από αυτούς επιχειρούν κατά διαστήματα να γεμίσουν τους τοίχους με τις εθνικιστικές τους βλακείες. Αλλά έχουν εμφανιστεί και στην ευρύτερη περιοχή, όπως στον Νέο Κόσμο πριν 2 μήνες όταν περίπου σαράντα φασίστες επιτέθηκαν σε 2 μαγαζιά μεταναστών, προξενώντας υλικές ζημιές και τραυματίζοντας 4 μετανάστες. Παράλληλα τα κεντρικά του Λάος στην Καλλιρόης έχουν σταθεί αφορμή για μια συχνή παρουσία των συγκεκριμένων ασπόνδυλων στην γύρω περιοχή, συνοδευόμενη από τις συνήθεις πρακτικές τους (τραμπουκισμούς κλπ).

Οι φασιστικές επιθέσεις τόσο εναντίον μεμονωμένων ατόμων (μεταναστών, αναρχικών, αντιφασιστών κ.α.) όσο και σε αυτοοργανωμένους χώρους, στέκια και καταλήψεις έχουν ενταθεί το τελευταίο διάστημα, όπως για παράδειγμα η σωρεία επιθέσεων σε άτομα και χώρους στα Χανιά και οι εμπρηστικές επιθέσεις στο κατειλλημένο έδαφος του Αγρού και στον κοινωνικό χώρο του Βοτανικού κήπου.

Τα μμε, όταν δεν σιωπούν συγκαλύπτοντας τις φασιστικές επιθέσεις, τις παρουσιάζουν ως πόλεμο μεταξύ συμμοριών και «ακροκινούμενων ομάδων». Όμως, ο χαρακτήρας αυτών των επιθέσεων δεν αφορά κάποια κατασκευασμένα – από τα πάνω – «άκρα», αλλά αποτελεί ζωτικό κομμάτι της κρατικής κατασταλτικής στρατηγικής εναντίον όσων αντιστέκονται στις επιβαλλόμενες συνθήκες εκμετάλλευσης και στα εθνικά ιδεώδη που επιτάσσουν τον διαχωρισμό και την αλληλεξόντωση  των «από κάτω».

Να μην αφήσουμε τα φασιστικά καθάρματα να δρουν ανενόχλητα στους δρόμους της πόλης. Η αλληλεγγύη των καταπιεσμένων θα περάσει πάνω και από αυτούς και από όσους τους στηρίζουν και τους συγκαλύπτουν.

 

Τσακίστε τους φασίστες σε κάθε γειτονιά!

κείμενο για την συγκέντρωση στα δικαστήρια Ευελπίδων για τους/τις 5 συλληφθέντες/ισσες από την παρέμβαση αλληλεγγύης και αντιπληροφόρησης στην πλατεία του άγ. παντελεήμονα

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΔΕΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΕΤΑΙ,

ΔΕΝ ΚΑΤΑΣΤΕΛΛΕΤΑΙ, ΔΕΝ ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΕΙΤΑΙ

 

 

Το τελευταίο διάστημα η ΕΕ θωρακίζει ακόμη περισσότερο τα σύνορά της, στοχεύοντας στη δημιουργία της Ευρώπης-φρούριο και προωθεί τη χάραξη κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής στην αντιμετώπιση της λεγόμενης “λαθρομετανάστευσης”, ενισχύοντας το οπλοστάσιό της με διακρατικές συμφωνίες και μηχανισμούς φύλαξης (Frontex). Όλοι οι θεσμοί και οι μηχανισμοί επιβολής της κυριαρχίας βρίσκονται σε πλήρη κινητικότητα και αντιστοιχία κινήσεων. Από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους βασανισμούς σε αστυνομικά τμήματα, μέχρι τα πογκρόμ κατά των μεταναστών με αναγκαστικές εξώσεις και τις δολοφονίες, η ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια συνεχίζει να είναι ζητούμενο και είδος υπό εξαφάνιση

Από την άνοιξη του 2009, σε ένα καλλιεργούμενο κλίμα διάχυτης ξενοφοβίας από τα ΜΜΕ, οι ρατσιστικές επιθέσεις στους δρόμους και στις γειτονιές αυξήθηκαν κατακόρυφα μέσα και από την ενίσχυση και στήριξη του κρατικού ελέγχου από τη δραστηριοποίηση παρακρατικών και φασιστικών ομάδων, κάτω από τις αρκετά αφελείς ονομασίες της Επιτροπής Κατοίκων. Χαρακτηριστικό δείγμα της αντιμεταναστευτικής υστερίας συνιστά η συντονισμένη επιχείρηση μπάτσων και φασιστών εναντίων του κατειλημμένου από τους μετανάστες παλαιού Εφετείου στη Σωκράτους στις 9 Μαΐου, όπως και η δημιουργία ενός καθεστώτος apartheid στην ευρύτερη περιοχή του αγ. Παντελεήμονα. Εκεί οργανωμένες ομάδες των λεγόμενων «αγανακτισμένων πολιτών» με τη συνδρομή των μπάτσων προβαίνουν σε εκδίωξη ασιατών μεταναστών από την περιοχή και τραμπουκισμούς μεταναστών σε σπίτια και μαγαζιά.

Ενάντια στο κλίμα κοινωνικής συναίνεσης γύρω απ’ τη δαιμονοποίηση των μεταναστών, στο πλαίσιο μιας σειράς κινήσεων πραγματοποιείται συγκέντρωση αλληλεγγύης και αντιπληροφόρησης από αναρχικούς-αντιεξουσιαστές στην πλατεία του αγ. Παντελεήμονα με ταυτόχρονο ξήλωμα της σφραγισμένης πόρτας της παιδικής χαράς που απέτρεπε την είσοδο στα παιδιά των μεταναστών. Η πορεία που ακολούθησε δέχτηκε απειλές από νεοναζί και ασφυκτική πίεση με ρίψη δακρυγόνων από τα ΜΑΤ, ώσπου στο ύψος της ΑΣΟΕΕ συνεπλάκη με ομάδες ΔΕΛΤΑ με αποτέλεσμα τον ξυλοδαρμό και την σύλληψη των πέντε συντρόφων.

Με τη σειρά τους αστυνομικοί και δικαστικοί υπάλληλοι γονατίζουν, ραβδίζουν, τσουβαλιάζουν, αποθηκεύουν τα παρεκκλίνοντα σώματα κι αποφασίζουν για τύχες κι ελευθερίες. Το κράτος κοστολογεί τα αντίποινα για την υπέρβαση των ορίων που το ίδιο έχει θεσπίσει. Όμως η αλληλεγγύη δεν τους χαρίζεται…

Η αδιαπραγμάτευτη αλληλεγγύη στους μετανάστες όπως και σε κάθε εκμεταλλευόμενο και αποδέκτη της κρατικής καταστολής δεν είναι μια παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας για τον μετριασμό των δεινών ενός αβίωτου βίου, ούτε μια προσπάθεια απόσπασης πολιτικής υπεραξίας ή ηθικής απενοχοποίησης για την αυτοπροβολή και την απόκτηση κοινωνικού στάτους. Είναι αντίθετα συστατικό στοιχείο για την οικοδόμηση μιας σχέσης εμπιστοσύνης και αλληλοβοήθειας ανάμεσα στις γραμμές όλων των εκμεταλλευόμενων, αναγνωρίζοντας τους εαυτούς μας στην κοινή πλευρά του κοινωνικού πολέμου, μέσα από συνεχείς και αδιαμεσολάβητες πράξεις αντίστασης και όξυνσης της σύγκρουσης με τις δυνάμεις της κυριαρχίας.

Τη στιγμή που οι κοινωνικές-ταξικές αντιθέσεις οξύνονται και το οικονομικό και πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση , η εξουσία αποποιούμενη των ευθυνών της για την επιταχυνόμενη εξαθλίωση των ανθρώπων και φοβούμενη επερχόμενες εξεγέρσεις κατασκευάζει φιγούρες απειλητικές για την κοινωνική ευταξία και την εθνική ενότητα. Οι μετανάστες ως οι σύγχρονοι αποδιοπομπαίοι τράγοι στοχοποιούνται μετά μανίας από κόμματα, δημοσιογράφους, παπάδες, διανοούμενους και γίνονται βορά στους σχεδιασμούς των κρατικών επιτελίων, τους οποίους νομιμοποιεί η υποτακτική συναινετικότητα της “κοινής γνώμης” και έρχεται να συμπληρώσει η παρακρατική θρασυδειλία.

Εκεί όμως που βασιλεύει η εξαθλίωση, φωλιάζει η επιθυμία για ζωή, αξιοπρέπεια και ελευθερία. Πίσω από τον τοίχο, εμφανίζεται η αδυναμία των χειραγωγικών μηχανισμών να εγκλωβίσουν την ανθρώπινη οργή όταν αυτή ξεσπάει, είτε στα γαλλικά προάστια είτε στο κέντρο των Αθηνών. Διότι οι άνθρωποι δεν έπαψαν ποτέ να εξεγείρονται διαλύοντας τις ψευδαισθήσεις της κοινωνικής γαλήνης και της εθνικής ομοψυχίας.

 

 

ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ

ΣΤΟΥΣ/ΣΤΙΣ 5 ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ/ΕΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ/ΙΣΣΕΣ

ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ

 

 

 

 

 

 

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ

ΤΕΤΑΡΤΗ 20 ΓΕΝΑΡΗ 9 π.μ.


alt   alt


η προκήρυξη σε pdf εδώ

 

ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΟΥ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΟΣ

Ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από ειδικό φρουρό στα Εξάρχεια οι μαθητές/τριες ξαναβγήκαν στους δρόμους εκφράζοντας την οργή τους απέναντι στην αστυνομική βία και καταστολή. Παρά τη συστράτευση όλων την μηχανισμών της κυριαρχίας απέναντι σε δυναμικές κινητοποιήσεις  εκατοντάδες σχολικές αίθουσες μετατράπηκαν από δεξαμενές αναπαραγωγής του συστήματος σε εστίες αντίστασης μέσω των καταλήψεων. O σχολικός χρόνος της αφομοίωσης και της υποταγής σταμάτησε, ο καθηγητικός μονόλογος παραμερίστηκε και στις καρδιές των μαθητών/τριων χτυπούσε πλέον ο παλμός της εξέγερσης .Χιλιάδες μαθητές/τριες, θέλοντας οι ίδιοι/ες να ορίσουν τις ζωές τους μετέδωσαν το μικρόβιο της ανατροπής σαμποτάροντας την κανονικότητα και τη ρουτίνα της σχολικής καθημερινότητας με αποκλεισμούς δρόμων και εμπορευμάτων, με συγκρουσιακές διαδηλώσεις, καθώς και με επιθέσεις στις αστυνομικές δυνάμεις.

Το διήμερο 6-7 Δεκέμβρη, παρά το έντονο κλίμα τρομοκρατίας που είχε δημιουργήσει ο στρατός κατοχής που είχε εγκαθιδρυθεί στο κέντρο της Αθήνας, παρά τις προληπτικές προσαγωγές και συλλήψεις που έκαναν οι πραίτορες της δημοκρατίας, παρά τις προτροπές των κομματικών μπλοκ για αποδοχή των αστυνομικών προκλήσεων στις διαδηλώσεις που είχαν καλεστεί, ένα μεγάλο πλήθος εξεγερμένων αντιστάθηκε σπάζοντας το δόγμα της μηδενικής ανοχής που είχε προαναγγείλει  ο υπουργός δημόσιας τάξης και επιτέθηκε στους ένστολους δολοφόνους που φυλάνε τράπεζες, υπουργεία κ.λ.π και στους κρατικούς-καπιταλιστικούς στόχους αποδεικνύοντας με παρρησία πως το καλύτερο μάθημα είναι το μάθημα του οδοφράγματος.

Για αρκετές μέρες μαθητές/τριες από γειτονιές της Αθήνας καθώς και από όλη την επικράτεια με ένα έντονο αντιθεσμικό χαρακτήρα συνέχισαν τις επιθέσεις προς τους φρουρούς της τάξης και της ομαλότητας (είτε αυτοί βρίσκονταν σε αστυνομικά  τμήματα, είτε έξω από δικαστήρια και φυλακές) σκορπώντας  συγκίνηση σε όλους τους αγωνιζομένους ανθρώπους και δόσεις ταραχής στους εξουσιαστές. Ταραχή βέβαια που εκφράστηκε από το σύνολο των χειραγωγικών μηχανισμών πολύ πριν τις κινητοποιήσεις του Δεκέμβρη. Η δικαστική εξουσία με εισαγγελική παρέμβαση προσπάθησε να ποινικοποιήσει τις κοινωνικές αντιστάσεις που είχαν ως μέσο αγώνα τις σχολικές καταλήψεις. Οι πολιτικοί ταγοί της διανοητικής περιχαράκωσης και καταστολής, οι υπουργοί παιδείας και προστασίας του πολίτη(!) Άννα Διαμαντοπούλου και Μιχάλης Χρυσοχοίδης, με μια τακτική ενσωμάτωσης και αφομοίωσης, με μια κλίση προσέγγισης των αιτημάτων των αριστερών κομμάτων δήλωναν πως αφουγκράζονται τα προβλήματα και τις ανησυχίες των μαθητών/τριών ζητώντας από τους ιδίους να θέσουν μια ατζέντα αιτημάτων, καθώς οποιαδήποτε μη θεσμικά διαμεσολαβημένη διαδικασία αγώνα που θα αμφισβητούσε την ισχύ της νομιμότητας, θα αντιμετώπιζε τη σφοδρή καταστολή.

Τέλος, με ιδιαίτερη σπουδή τα Μ.Μ.Ε επιδίωκαν να διαχωρίσουν τους διαδηλωτές/τριες σε βίαιους/ες και ειρηνικούς/ες, ενώ έδιναν χρόνο τηλεθέασης στους εκπροσώπους των μαθητών/τριων  για να συνδιαλέγονται με μπάτσους προμοτάροντας τη λογική των μεμονωμένων περιστατικών αυθαιρεσίας μέσα στη γενική “αθωότητα της ελληνικής αστυνομίας”. Μια “αθωότητα” ωστόσο που αμφισβητήθηκε συθέμελα από το Δεκέμβρη και μετά, γεγονός που αποδείχτηκε έμπρακτα και από τη μείωση αριθμού επιλογής αστυνομικών σχολών στα μηχανογραφικά δελτία των μαθητών/τριων και από τις βίαιες συγκρούσεις με τις κατασταλτικές δυνάμεις της δημοκρατίας.

 

ΚΑΜΙΑ ΑΝΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ

 

ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΑΘΗΤΗΣ-ΚΑΜΙΑ ΜΑΘΗΤΡΙΑ ΣΤΙΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ

 

ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΩΝ ΤΟΥ ΔΕΚΕΜΒΡΗ

 

22/12/2009

 

*(προκήρυξη που μοιράστηκε σε σχολέια του Κουκακίου και της Καλλιθέας)

λίγες σκέψεις πάνω στο ζήτημα της ψυχιατρικής.. ή κατι σαν εισήγηση για την προβολή “ το Δικαστήριο Φουκώ”

H ψυχιατρική και  η κατασκευή της ψυχικής ασθένειας

Από τον 17ο αιώνα με την άνοδο της αστικής τάξης και των ιδεών του Διαφωτισμού αυξάνεται το κοινωνικό κύρος της επιστήμης(άρα και της ιατρικής) καθώς και οι εφαρμογές της στη δημόσια ζωή. Παράλληλα κατασκευάζονται τα πρώτα νοσοκομεία-άσυλα σε Αγγλία. Γαλλία, Ισπανία και Γερμανία. Τα άσυλα, αυτά τα πρωτόλυα νοσοκομειακά ιδρύματα δε στοχεύουν στη θεραπεία των αρρώστων, αλλά στο διαχωρισμό των υγιών(φυσιολογικών) απ’τους μη υγιείς και εξαθλιωμένους. Πρόκειται για ανθρωποαποθήκες όπου στοιβάζονται φτωχοί, ορφανά, ζητιάνοι, πόρνες, αλκοολικοί, ατίθασα παιδιά και κάθε είδους κοινωνικοί απόβλητοι και παρίες με σκοπό να ξεδιαλεχτόυν και να ομογενοποιηθούν για να αποτελέσουν την ενιαία μάζα του κοινωνικού περιθωρίου. Τά άσυλα είναι αποτέλεσμα πολιτικής διαχείρισης για την προστασία των υγιών και όχι για την θεραπεία των αρρώστων.

Μετά τα τέλη του 18ου αιώνα και την ανάπτυξη των βιομηχανικών εθνών-κρατών τα ζητήματα υγείας και ευρωστίας του πληθυσμού γίνονται αντικείμενο κρατικής μέριμνας. Δεν πρόκειται βέβαια για καμια ξαφνική ανθρωπιστική ευαισθησία των κυρίαρχων, καθώς οι αυξανόμενες ανάγκες των εθνικών στρατών και των εργοστασίων για άρτιο και λειτουργικό ανθρώπινο δυναμικό είναι αυτές που βάζουν το κράτος σε περίσκεψη για τη διαχείριση των ζητημάτων που αφορούν τη ζωή και την υγεία του πληθυσμού.

Σ’αυτό το πλαίσιο τα νοσοκομεία αρχίζουν να μετατρέπονται από άσυλα σε κλινικές και μηχανισμούς θεραπείας με το γιατρό να ασκεί πλέον την εξουσία και τον ασθενή να βρίσκεται στο επίκεντρο της ιατρικής επιτήρησης. Εκεί εμφανίζονται και οι πρώτοι ψυχίατροι(ανεπίσημα) προβάλλοντας την ιδέα ότι η μη φυσιολογική-παρεκκλίνουσα συμπεριφορά αποτελεί σύμπτωμα της διαταραχθείσας ψυχής που χρίζει ιατρικής παρακολούθησης και θεραπείας. Ποιός ορίζει όμως το φυσιολογικό? Η ψυχική ασθένεια θεωρείται ότι υπήρχε ανέκαθεν (ως τέτοια) και οι ρίζες της εντοπίζονται στο φυσικό περιβάλλον, στην κληρονομικότητα, στο σώμα ή στην ψυχή. Αποτελεί όμως η ασθένεια μια φυσική τάση ή είναι συνάρτηση των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών ζωής? Η ιδιόμορφη ψυχοσωματική συμπεριφορά (τρέλα 😉 βαφτίζεται ψυχική διαταραχή, παθολογικοποιείται και αντιμετωπίζεται ως ατομική παρέκκλιση.Τί γίνεται όμως αν το υποκείμενο δε βιώνει την κατάστασή του σαν παθολογική και  σαν προσωπικό πρόβλημα? Σου λένε: « φέρεσαι αφύσικα, η ψυχή σου νοσεί», «δεν είσαι τρελός, είσαι άρρωστος και θες βοήθεια», «άσε τους άλλους εσύ έχεις το πρόβλημα». Είναι η αρχή (της επιβολής) ενός νέου μοντέλου πρόσληψης αλλά και διαχείρισης της τρέλας.

 

Η ψυχιατρική ως όργανο κοινωνικού ελέγχου

Ανά καιρούς μέσα στους αιώνες πολλές ήταν οι ιστορικές περιπτώσεις που οι επιπτώσεις διάφορων επιδημιών, φυσικών καταστροφών και παντός είδους δεινών αποδίδονταν σε κοινωνικά κομμάτια όπως οι Εβραίοι, οι αιρετικοί και οι μάγισσες με αποτέλεσμα να εκδιώχνονται και να οδηγούνται στο εκτελεστικό απόσπασμα.Για διάφορους κοινωνικοοικονομικούς και ηθικοπολιτικούς λόγους η εκάστοτε εξουσία(θεοκρατική ή κοσμική) πρωτοστατούσε στην κατασκευή επικίνδυνων μορφών για την κοινωνική ευταξία και σταθερότητα, αποφασίζοντας με τη σειρά της για τη ζωή (ή το θάνατο) αυτών των ανθρώπων.

Στα μέσα του 17ου αιώνα, παράλληλα με τη μαζική παραγωγή και τη μεγάλη αστικοποίηση λαμβάνει χώρα κι ο μεγάλος εγκλεισμός. Οι συνθήκες επιβίωσης είναι άθλιες και οι αντιστάσεις στην εξουσία των αφεντικών σημαντικές. Η αυξανόμενη ψυχοσωματική εξαθλίωση τροφοδοτεί εξεγέρσεις που το κράτος και η άρχουσα τάξη θέλουν ν΄αντιμετωπίσουν φτιάχνοντας άσυλα, διευρύνοντας τα όρια της ψυχικής ασθένειας κι εγκλείοντας μαζικά όλους τους απόβλητους και τους κατατρεγμένους. Κι όλα αυτά φυσικά για το καλό τους, για τη σωτηρία της ψυχής τους, προσπαθώντας να πείσουν ότι αιτία των προβλημάτων τους δεν είναι η καταπίεση,η στυγνή εκμετάλλευση, το άγχος της επιβίωσης κι οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης στις παραγκουπόλεις των βιομηχανικών κέντρων, αλλά μια κάποια φυσική τάση του ατόμου προς την ασθένεια. Πρόκειται για την ιατρικοποίηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ένα κυρίαρχο πεδίο λόγων και πρακτικών που αφοπλίζει τους αποδέκτες της θεσμικής διαχείρισης και βίας, ενώ οπλίζει με επιχειρήματα,απενοχοποιητικά εχέγγυα και νομιμοποιητικά άλλοθι τους εξουσιαστές.

Οι «τρελοί» με την παρουσία τους στην κοινωνία αμφισβητούν την κυρίαρχη ηθική και απειλούν την κοινωνική συνοχή καθώς αδυνατούν να αφομοιωθούν στην παραγωγική διαδικασία και να ανταποκριθούν στις αξίες και τους ρόλους που κατασκευάζει η εκάστοτε κοινωνική τάξη. Η λειτουργία των μηχανισμών διαχείρισης της τρέλας στοχεύει στην κανονικοποίηση  των συμπεριφορών και των τρόπων σκέψης και την ευθυγράμμιση τους σύμφωνα με τα κατεστημένα πρότυπα άσχετα με την αντιμετώπισή τους εντός ενός πεδίου ιατρικού λόγου και επιστυμοσύνης. Συνεπώς τα όρια ανάμεσα στη θεραπεία και το σωφρονισμό ρευστοποιούνται. Δεν είναι όμως μόνο η ιατρική αντιμετώπιση των «τρελών», αλλά και η ψυχιατρικοποίηση κι άλλων απειλητικών μορφών για την κοινωνική σταθερότητα. Ήδη απ’τον 17ο αιώνα η ιατροδικαστική ελίτ της αστικής τάξης διαδίδει θεωρίες για την ψυχοπαθολογική φύση των «εγκληματιών» και την μεταχείριση που τους αξίζει. Οι φτωχοι και τα κατώτερα κοινωνικά στρώμματα χαρακτηρίζονται όχι μόνο εν δυνάμει εγκληματίες αλλά και εν δυνάμει παράφρονες.Ως ψυχασθενείς όμως είναι σε χειρότερη μοίρα καθώς η «ασθένειά» τους δεν τους δίνει κανένα δικαίωμα να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, είναι έρμαια των ειδικών και όσων αποφασίζουν γι αυτούς. Η οικογένεια, οι γιατροί, οι δικαστές και οι μπάτσοι είναι αυτοί που έχουν τον πρώτο λόγο είτε πρίν είτε μετά τον εγκλεισμό στο άσυλο, το χώρο που συμπυκνώνει όλη τη φυσική και ιδεολογική βία των θεσμών.

 

Όταν οι τρελοί τρελαίνονται…

Η καθημερινότητα στο άσυλο μοιάζει, συνήθως, με επανάληψη της ίδιας μέρας. Το πρόγραμμα (στο πλαίσιο πάντα της θεραπείας…) καθορίζεται αποκλειστικά από το ιατρικό και νοσοκομειακό προσωπικό-τους ειδικούς, αφού ο ασθενής δεν έχει λόγο πάνω στα προβλήματά του. Αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της καθημερινότητας είναι, βεβαίως, τα φάρμακα. Αρκετές φορές την ημέρα, ο ασθενής υποχρεώνεται να δείξει την καλή του διαγωγή με τη λήψη φαρμάκων. Πρόκειται για ψυχοφάρμακα που προκαλούν σοβαρές παρενέργειες οργανικές και ψυχοσυναισθηματικές. Ψυχοφάρμακα που εξαναγκάζεται να καταναλώνει για χρόνια και τα οποία δημιουργούν εξάρτηση και σοβαρά προβλήματα στην πάροδο του χρόνου. Είναι χαρακτηριστικό ότι η γνωστική έκπτωση που παρουσιάζεται στους χρόνιους εγκλείστους δε θεωρείται πια γνώρισμα της ασθένειας αλλά αποτέλεσμα των φαρμάκων και του ιδρυματισμού.

Η ευρωπαϊκή ιστορία του ψυχιατρικού εγκλεισμού έχει την αρχή της κάπου στα τέλη του 18ου αι. όταν το 1793, ο Pinel ιδρύει στο Παρίσι το πρώτο άσυλο ψυχοπαθών, κάτι που στη συνέχεια γενικεύεται σε όλη τη χώρα. Είναι τότε που η έννοια της κράτησης μετουσιώνεται στην έννοια της “ιατρικής ανάγκης” για εισαγωγή στα ψυχιατρεία. Έχει ήδη προηγηθεί η ίδρυση του «Γενικού Νοσοκομείου» στα 1656, όπου πραγματοποιείται μια δυναμική κοινωνική εκκαθάριση: το Γενικό Νοσοκομείο αποτελεί το “χώρο υποδοχής” ανέργων, περιθωριακών, ζητιάνων, εξαθλιωμένων περιορίζονται, δηλαδή, τα αντιπαραγωγικά και άχρηστα κομμάτια του κοινωνικού συνόλου. Έτσι, στα 1800, εμφανίζεται στη γαλλία ένα πλήθος ασύλων, υπό τα εύηχα ονόματα: Σπίτι της εγκάθειρξης, Σπίτι της διόρθωσης, Σπίτι της δικαιοσύνης. Είναι η πρώτη μαζική και οργανωμένη διαδικασία διαχωρισμού των υγιών και των “άλλων”, των τρελών, η επιβολή μέσω της ιατρικής του ελέγχου για το ποιος παρεκκλίνει και ποιος όχι και του εγκλεισμού των διαφορετικών. Τόσο η νοοτροπία όσο και η πρακτική αυτή λίγο έχει αλλάξει σήμερα. Ο χαρακτήρας του εγκλεισμού εμπεριέχει και μια εκδικητικότητα, μια αναλογία με τον τιμωριτικό χαρακτήρα της φυλάκισης, με τη διαφορά ότι ο ασθενής-φυλακισμένος καλύπτεται από ένα μιασματικό πέπλο, είναι μολυσματικός, απομακρύνεται επειδή είναι διαφορετικός και ενδεχομένως, επικίνδυνος…

Είναι, βέβαια, προφανής η διευκόλυνση που παρέχει το άσυλο στο “πρόβλημα” των ψυχικά ασθενών• το μάντρωμα είναι η ευκολότερη λύση «για να ξεμπερδεύουμε και μ’ αυτούς». Ωστόσο, τα τείχη του εγκλεισμού δεν είναι σχήμα λόγου• η δόμηση και η αρχιτεκτονική των ψυχιατρείων παραπέμπει σε αυτή των φυλακών.

 

alt   alt

 

η προκήρυξη σε pdf εδώ

σκάνδαλο στο πάντειο;

Την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου μια «έκπληξη» περίμενε τις αριστερές παρατάξεις του Παντείου που πήγαν στη σχολή για τη γενική συνέλευση που είχαν προαναγγείλει. Το φοιτητικό κοινό τους απουσίαζε και οι μπάτσοι είχαν περικυκλώσει τη σχολή. Και δε μιλάμε για μια οποιαδήποτε γενική συνέλευση, αλλά για την παραδοσιακή που κάθε χρόνο προηγείται της επετείου του πολυτεχνείου και που παραδοσιακά «αποφασίζει» να κλείσει τη σχολή ενόψει εορτασμών. Μια γενική συνέλευση που εκπληρώνει δυο ρόλους. Απ` τη μια  υποκαθιστά επάξια τους εορτασμούς και τις απαγγελίες ποιημάτων του σχολείου και απ` την άλλη κάνει την απαραίτητη σύνδεση και παραλληλισμό του σημερινού «φοιτητικού κινήματος» με το φοιτητικό κίνημα του `73. Ίσως γιατί κατά βάθος κάποια απ` τα στελέχη του προσδοκούν την ίδια καταξίωση με αυτή που πέτυχε ένα μέρος όσων συμμετείχαν τότε (πρυτάνεις, εργατοπατέρες, βουλευτές). Παρουσιάζεται λοιπόν αυθαίρετα σαν να είναι το σημερινό «φοιτητικό κίνημα» του «πτυχία με αξία» που σαν συνέχεια αυτού του `73 (μάλλον σαν καρικατούρα του θα λέγαμε εμείς) κλείνει τη σχολή. Με τέτοιους ανιστόρητους αναγωγισμούς πιο εύκολο είναι να θεωρηθούν οι έλληνες απόγονοι του Αριστοτέλη. Ελλείψει λοιπόν κοινού, παράσταση γιοκ.

Δε θα μπούμε όμως εδώ σε περεταίρω λεπτομέρειες ούτε για το ρόλο και τη χρησιμότητα της επετειακής χρήσης του πολυτεχνείου εν είδη μαυσωλείου απ` την εξουσία και τους συμβολισμούς που αυτή κρύβει, ούτε για την κατάντια της γενικής συνέλευσης και τις ευθύνες που αναλογούν στον καθένα. Θα μιλήσουμε για αλήθειες. Για αλήθειες και για αδυναμίες που πονάνε όλους μας, που δε στηρίζουν βεβαιότητες αλλά και που δείχνουν προθέσεις και ανοίγουν ζητήματα. Και θα το κάνουμε χωρίς την παραμικρή υπόνοια πως έχουμε βρει τον ιδανικό τρόπο ή την απόλυτη επαναστατική αλήθεια και ιδεολογική καθαρότητα. Έχουμε και λέμε λοιπόν:

Είναι αλήθεια πως είχε ανακοινωθεί ότι η σχολή φέτος θα έκλεινε νωρίτερα με απόφαση του πρύτανη, ο οποίος έσπευσε να δώσει τα διαπιστευτήριά του στις αστυνομικές αρχές. Οπότε δεν μπορούμε να μιλάμε για έκπληξη από την μεριά των παρατάξεων.

Επίσης, αλήθεια είναι πως κάθε χρόνο όταν κλείνει η σχολή για το πολυτεχνείο με απόφαση της γενικής συνέλευσης, οι μπάτσοι περικυκλώνουν τη σχολή. Κάθε χρόνο. Κι όμως δεν κουνιέται φύλλο.

Και η τρίτη αλήθεια που ξεπροβάλλει αμείλικτα γυμνή είναι πως όσοι απ` τους φοιτητές πραγματικά ενδιαφέρονται για κινηματικές, πολιτικές και ανταγωνιστικές προς την κυριαρχία διαδικασίες, έχουν απομακρυνθεί απ` τη γενική συνέλευση καθώς αισθάνονται ότι τους αποκλείει. Κι αν αυτό ισχύει για μια συνέλευση με ανοιχτή σχολή, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια επετειακή συνέλευση σε μια σχολή κλειστή. Ενδεικτικό του γεγονότος αυτού (αλλά και της κρίσης που επικρατεί στην αριστερά) είναι πως μετά το Δεκέμβρη που πέρασε, δεν έχει γίνει, ούτε είχε καλεστεί άλλη συνέλευση. Αυτά μέχρι το «κίνημα» να ανακάμψει και να αρχίσει πάλι τον αγώνα του για τα «πτυχία με αξία».

Γίνεται λοιπόν ηλίου φαεινότερο πως ο λόγος που γκρίνιαξαν οι παρατάξεις δεν είναι ούτε ότι έκλεισε η σχολή – αλλιώς θα αντιδρούσαν μόλις ανακοινώθηκε η απόφαση για το κλείσιμό της και όχι εκ των υστέρων –  ούτε τόσο η παρουσία των μπάτσων –  αλλιώς θα αποφάσιζαν στις αντίστοιχες συνελεύσεις προηγούμενων ετών να κρατήσουν ανοιχτή τη σχολή και τους μπάτσους μακριά –  αλλά η αποτυχία της πραγματοποίησης της γενικής συνέλευσης, η οποία εάν πραγματοποιούταν και έκλεινε τη σχολή δε θα έτρεχε κάστανο.

Εφόσον λοιπόν δεν είναι το όποιο νομικά κατοχυρωμένο άσυλο που εξασφαλίζει την προστασία απ` τις κατασταλτικές αρχές στις σχολές, στην εργασία ή στο δρόμο, αλλά οι κοινωνικοπολιτικές σχέσεις που αναπτύσσονται στους από κάτω και οι συνθήκες του κοινωνικού-ταξικού ανταγωνισμού· εφόσον δεν είναι μια θεσμική απόφαση που καθορίζει αν μια σχολή θα μείνει κλειστή, ανοιχτή ή κατειλημμένη αλλά οι κοινωνικοπολιτικές σχέσεις και οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται απ` τα ανταγωνιστικά υποκείμενα, το σκάνδαλο είναι ένα.

Το σκάνδαλο στην προκειμένη δεν είναι ούτε ότι η σχολή έμεινε κλειστή, ούτε ότι τριγύρω υπήρχαν μπάτσοι παραμονές πολυτεχνείου. Το σκάνδαλο είναι πως δεν υπάρχουν στην κοινωνία οι σχέσεις εκείνες που τώρα (όπως ίσως τότε;) θα κρατήσουν τη σχολή ανοιχτή και τους μπάτσους μακριά. Και η πρόκληση είναι το πώς αυτές οι σχέσεις θα εξαπλωθούν.